ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ Η ΝΙΣΥΡΟΣ


ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ Η ΝΙΣΥΡΟΣ

Της Έλενας Αρτζανίδου*

 

Λιμάνι!
Η καρδιά κάθε νησιού είναι το λιμάνι του, όπως κι εδώ στη Νίσυρο.
Νίσυρος, Μαντράκι… η άγκυρα πέφτει και το τυλιγμένο νησί μέσα στο πούσι ξεπροβάλει στα κουρασμένα μάτια μας. Στη μικρή προβλήτα άνθρωποι που περιμένουν φορτηγά έτοιμα να φορτώσουν προμήθειες, μηχανάκια επισκέπτες, δυο ταξί, τελικά αποφασίζουμε να επιβιβαστούμε ή να τραβήξουμε για το ψαροχώρι, τους Πάλους. 
 

Μικρή πεντάλεπτη διαδρομή δίπλα στη θάλασσα. Ο φιδωτός δρόμος ήσυχα μας οδηγεί. Δεν προλαβαίνουμε να σβήσουμε το τσιγάρο και το μικρό λιμανάκι των Πάλων μας υποδέχεται. Πρωινό και τα ταβερνάκια δειλά-δειλά ανοίγουν στην άλλη πλευρά από το καφενείο αναδύεται η μυρωδιά του φρεσκοψημένου καφέ…

Περπατάμε προς την πλευρά της μικρής μαρίνας, φτάνουμε τη στιγμή που τα ψαροκάικα έχουν αράξει. Το ξεψάρισμα γερμανών, σκορπιών, λούτσων παγιδεύει το βλέμμα μας. Συνερχόμαστε από την ξαφνική φωνή του ψαρά – ο Γόης, όπως μαθαίνουμε αργότερα  το όνομα του – που μας προτείνει μια φρέσκια τηγανιά.

Με το μεσημεριανό εξασφαλισμένο, αποφασίζουμε να πάμε στα δωμάτια για να αφήσουμε τις αποσκευές μας. Δυο μέρες πέρασαν κι όμως μοιάζει να έχει περάσει ολόκληρος μήνας. Η φιλοξενία και η καλοσύνη των ντόπιων μας κερδίζει και μας παρασύρει στον ήσυχο ρυθμό τους.

Πάλοι - Μαντράκι, μικρή απόσταση που την κάνουμε καθημερινά όταν θέλουμε να γνωρίσουμε και άλλους περισσότερους Νισύριους. Απόγευμα ανεβαίνουμε τα πολλά σκαλοπάτια της Παναγιάς της Σπηλιανής, απέναντι μας η Κως μας δείχνει πόσο κοντά αλλά και πόσο δύσκολο είναι να φύγεις.

Ανάβουμε ένα κερί και κατεβαίνουμε στην προκυμαία με το κύμα να χτυπά την πόρτα των μαγαζιών που θα χορτάσουν την πείνα μας. Χταπόδια και άλλα καλούδια είναι εκεί και μας περιμένουν μέχρι που ξεπροβάλλει το φεγγάρι και ξυπνά μια άλλη πλευρά του εαυτού μας που η πόλη πίσω μας έχει καταφέρει να θάψει.

Μια βόλτα στα στενά δρομάκια ανάμεσα σε ολόλευκα σπίτια με τα μπαλκονάκια να κρέμονται σαν τσαμπιά από σταφύλι. Ο νυχτερινός περίπατος βάλσαμο στην ψυχή μας, αλλά και ξύπνημα της δίψας μας που αποφασίζουμε να σβήσουμε σε κάποια από τα μπαράκια.

Η αυγή είναι το δώρο του Θεού. Μαγεμένοι ρουφάμε τη στιγμή, μέχρι που ο θόρυβος από το δημοτικό λεωφορείο μας ειδοποιεί να τρέξουμε για να προλάβουμε την αναχώρησή του. Προορισμός μας το τέρμα προς την κορυφή. Το όχημα ξεκινά και εμείς χαιρόμαστε την ελικοειδή διαδρομή ανάμεσα σε δρυάδες, αγραμυθιές, πέτρες και θάμνους και μια άσπρη κηλίδα που όσο την πλησιάζουμε εκείνη μεγαλώνει.

Νοικιά, είναι ένα από τα τέσσερα χωριά που μας καλωσορίζει ανοίγοντας μας την πόρτα του Πολυβώτη, τον μικρό κρατήρα ενός ζεστού θεού.
Το κάλεσμα μας περνάει στα στενά σοκάκια, μέσα σε μικρές γειτονιές που ξαναβρήκαν τις ανθρώπινες λαλιές, το γέλιο και το κλάμα.

Μικρή στάση στην πλατεία με τα βοτσαλάκια και μετά η περιήγηση γύρω από τον οικισμό που κατάφερε να κερδίσει το στοίχημα με τη συνέχεια της ζωής. Η γαλήνη, το πέλαγος, η ανάκατη μυρωδιά, μας αναγκάζουν για ένα καφέ, γλυκό και κρύο νερό και μετά συνέχεια προς τα κάτω, στο τέταρτο χωριό.

Εμποριός, με τα ξεχασμένα σπίτια αλλά τη δύναμη όσων παραμένουν εκεί για να ανοίξουν τις καρδιές μας διώχνοντας έτσι τη μοναξιά τους. Στο μπαλκόνι του μοναδικού καφενέ αποφασίζουμε να δούμε με άλλα μάτια τον μικρό αλλά καυτό κρατήρα που αιώνες τώρα θυμίζει τη ζέστη που κρύβει στην καρδιά του. 


Ένα κορνάρισμα μας βγάζει από την άγρια ομορφιά του και μας καλεί για την επιστροφή σε κάποια δροσερή παραλία, στην Παχιά ή στην Ελιά ή ακόμη και στους Πάλους με ούζο και με μπάλο.

Ευλογημένη Νίσυρος, χαιρόμαστε για την επιλογή μας, για το ταξίδι μας στο παλιό σου Κάστρο με τις μεγάλες μαύρες πέτρες σου που μας οδηγούν στο παρελθόν μέχρι που φτάνει ο καπετάνιος και με ένα σφύριγμα του βαποριού του μας ξεσηκώνει και μας επαναφέρει στη σημερινή όμορφη σαν στολίδι, λεπτή, καλοσυνάτη σαν δαχτυλίδι Νίσυρο, κόρη της Δωδεκανήσου…



* Η Έλενα Αρτζανίδου είναι Εκπαιδευτικός - Συγγραφέας